Κυριακή 17 Ιουνίου 2007

Ellis Island ..Το νησί των δακρύων

Από 1892 έως το 1954, πάνω από δώδεκα εκατομμύρια μετανάστες πήγαν στις Ηνωμένες Πολιτείες μέσω του Ellis island ένα μικρό νησί στο λιμάνι της Νέας Υόρκης
Οι εγκαταστάσεις του νησιού άνοιξαν σαν πύλη μεταναστων την 1η Ιανουαρίου 1892
Η Annie Moore, μια μικρή ιρλανδέζα 13 χρονών ,που συνοδευόταν από τους δυό της αδελφούς ήταν ο πρώτος πρώτος μετανάστης που καταγραφηκε στο νησί
.


Καράβια απ’όλα τα λιμάνια της Ευρώπης μεταφέρουν φτωχούς μετανάστες στη «γη της επαγγελίας»
Στην Ελλάδα ο μεταναστευτικός πυρετός θα κορυφωθεί την εικοσαετία 1900-1920 και η χώρα θα χάσει το 8% του συνολικού της πληθυσμού. Περίπου 25.000 άνθρωποι εγκαταλείπουν ετησίως, μια χώρα οικονομικά εξουθενωμένη και πολιτικά αβέβαιη και ξεκινούν για τη “Γη της Επαγγελίας” που υπόσχεται πλούτο και ευημερία, “ευκαιρίες” και στους λιγότερο τυχερούς. Οι Έλληνες που μετανάστευαν στις υπερπόντιες χώρες, εκτός από τη σωματική ικανότητα, δε διέθεταν άλλο προσόν. Έφταναν στον Πειραιά και αντίκριζαν για πρώτη φορά θάλασσα και βαπόρια. Ήταν αγράμματοι, λίγοι είχαν τελειώσει το Δημοτικό, “άβγαλτοι” και αθώοι, στερημένοι άνθρωποι, πού δεν είχαν συνείδηση της δύναμής τους, ούτε φυσικά των δικαιωμάτων τους.

Δηλαδή το κατάλληλο υλικό για εκμετάλλευση.

Μεγάλο ρόλο έπαιξαν και οι πράκτορες των μεταναστευτικών γραφείων και των ατμοπλοϊκών εταιρειών που διαφήμιζαν τον πλούτο και τις ευκαιρίες που παρουσιάζει η Αμερική. Ενδεικτικό του ότι οι Έλληνες πήγαιναν με πρόθεση να μείνουν προσωρινά στην Αμερική, είναι το γεγονός ότι έφευγαν μόνο άντρες σε αντίθεση με τους μετανάστες από άλλες χώρες. Έτσι άδειαζε ο τόπος από το πιο ζωντανό και παραγωγικό κομμάτι του πληθυσμού. Έφευγαν οι Έλληνες, με την ελπίδα να γυρίσουν σύντομα με χρήματα, για να ξεχρεώσουν το κτήμα τους, να κάνουν μια δουλειά στον τόπο τους, να προικίσουν τις αδελφές τους. Και βέβαια κύρια για να γλιτώσουν από την πείνα, τη δυστυχία και την εκμετάλλευση που βασίλευαν στην πατρίδα τους. Δεν ήξεραν όμως συνήθως τι τους περίμενε εκεί.
Μέχρι το 1907 το ελληνικό μεταναστευτικό κύμα προς την Αμερική το διακινούσαν ξένες ατμοπλοϊκές εταιρίες. Οι δύο πρώτες ελληνικές εταιρίες «Μωραΐτης» (1907-1908) και «Υπερωκεάνιος Ελληνική Ατμοπλοΐα» (1910 - 1912) που προσπάθησαν να δημιουργήσουν ελληνική υπερατλαντική γραμμή απέτυχαν και οδηγήθηκαν σε χρεοκοπία. Η «Εθνική Ατμοπλοία της Ελλάδος» των αδελφών Εμπειρίκου όμως, κυριάρχησε στο χώρο των υπερωκεανίων για 30 ολόκληρα χρόνια (1908-1937). Άρχισε τις εργασίες της με την παραλαβή το 1909 από τα αγγλικά ναυπηγεία του υπερωκεάνιου «Πατρίς»


Αν κρίνουμε από τις «φρικτές» συνθήκες διαβίωσης κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, στα μεταναστευτικά υπερωκεάνια, ιδιαίτερα εκείνα της πρώτης περιόδου (1907-1937), οι μετανάστες θεωρούνταν «φορτίο». Αρκεί να σκεφτούμε ότι πλοία μόλις 5-6 χιλιάδων τόνων, μετέφεραν έως 1.200-1.300 επιβάτες, σε ταξίδια που συχνά ξεπερνούσαν τις 20-22 ημέρες. Οι δοκιμασίες των φτωχών μεταναστών, οι οποίοι ελάχιστα νοιάζονταν για ανέσεις, που ποτέ άλλωστε δεν είχαν γευτεί, άρχιζαν πολύ πριν το ταξίδι. Οι περισσότεροι αγνοούσαν τις μεγάλες δυσκολίες που τους περίμεναν στο Νέο Κόσμο, τον οποίο εκατοντάδες μεσίτες μετανάστευσης (επάγγελμα που ανθούσε τα χρόνια εκείνα), παρουσίαζαν ως νέα Γη της Επαγγελίας. Με την ελπίδα λοιπόν ότι στην ξένη χώρα θα αποκτήσουν ό,τι χρειάζονται για να επιστρέψουν εφοδιασμένοι για μια καλύτερη ζωή, αγωνίζονταν να πάρουν την πολυπόθητη άδεια μετανάστευσης για την Αμερική, τόπο απαγορευμένο για παράδειγμα σε όσους υπέφεραν από τραχώματα (διαδεδομένη νόσο την εποχή εκείνη). Όσοι τα κατάφερναν, πριν την επιβίβαση στο πλοίο, υποβάλλονταν σε ξεψείριασμα και εμβολιασμό.
Η αναχώρησή τους γινόταν σε ατμόσφαιρα πανηγυρική, με την μπάντα του δήμου να παίζει στο λιμάνι του Πειραιά, τα βαπόρια να σφυρίζουν και τα μαντήλια να ανεμίζουν στα σημαιοστόλιστα πλοία και στην αποβάθρα, καθώς ανταλλάσσονταν οι τελευταίοι χαιρετισμοί. Έπειτα άρχιζαν τα βάσανα
Οι μετανάστες «πακετάρονταν» κυριολεκτικά στους χώρους κάτω από το κυρίως κατάστρωμα σε απελπιστικά στενούς χώρους. Τα υποφράγματα αυτά καθορίζονταν μόνο την τελευταία μέρα πριν από τον κατάπλου. Από την πρώτη κιόλας ημέρα, η πολυκοσμία, οι αναθυμιάσεις των εμετών, η απόπνοια των σωμάτων των επιβατών και η έλλειψη στοιχειώδους καθαριότητας έκαναν την ατμόσφαιρα αποπνικτική.

«Τρεις μέρες προχωρήσαμε, την Τρίτη νύχτα μεσάνυχτα, το πλοίο χάλασε, χωρίς να καταλάβουμε τίποτα εμείς. Μονάχα οι πλοίαρχοι και οι μηχανικοί το ήξεραν και αντί για μπρος γύριζε πίσω. Το διόρθωσαν και άρχισε πάλι να πηγαίνει, αλλά ψεύτικο διόρθωμα, έκανε μονάχα οκτώ μίλια. Δύο ώρες με τα πόδια, μια με το πλοίο Αυστροαμερικάνα. Έγερνε και στα πλάγια. Τεντωνόμασταν χάμω και πιάναμε το νερό της θάλασσας όταν ήταν γαλανή. Όταν ο καιρός ήταν μαύρος, φίδια μας έτρωγαν. Η ψυχή του κόσμου ήταν βυθισμένη στο φόβο. Για φαγητό έσφαζαν και μας έδιναν κάτι παλιάλογα. Καμιά εβδομάδα τη βγάλαμε μ΄ αυτά που είχαμε ψωνίσει στην Πάτρα, αλλά σωθήκανε. Μας έδιναν κάτι ρέγκες με σκουλήκια, χαλασμένες τις πετάγαμε. Ζούσαμε μέσα σ΄ αυτή τη φρίκη, από κάτω θάλασσα και από πάνω ουρανός. Έπειτα άρχισε να κοχλάζει η ψείρα. Κάθονταν όρθιες στα πανωφόρια των επιβατών, άσπρες με ουρά. Σε λίγες μέρες με την αργοπορία του πλοίου, το νερό λιγόστεψε. Τρεις χιλιάδες κόσμος που ήμασταν μέσα διψάσαμε. Μαζευόμασταν μυρμήγκια με τις βίκες μπροστά στα ντεπόζιτα και κει γινόταν χαλασμός».

Φθάνοντας στην Νέα Υόρκη το πλοίο περνώντας κοντά από το άγαλμα της Ελευθερίας κατέληγε σε ένα από τους «ντόκους» στο Μανχάταν ή απέναντι στο Χομπόκεν. Εκεί αποβιβάζονταν οι επιβάτες της πρώτης και δεύτερης θέσεως και ξεφορτώνονταν οι αποσκευές τους για να περάσουν από τον τελωνειακό έλεγχο. Οταν αυτός τελείωνε οι επιβάτες παραδίδανε τις αποσκευές του σιδηροδρόμου και χάνονταν στο πολύβουο Μανχάταν.


Η μέρα όμως των μεταναστών μόλις άρχιζε. Ύστερα από μια ατελείωτη αναμονή στο πλοίο προκειμένου να τελειώσουν οι έλεγχοι, άρχιζαν να κατεβαίνουν επιτέλους τη σκάλα του πλοίου, φορτωμένοι με τις αποσκευές τους. Η διαφορά ήταν καταφανής, ενώ οι επιβάτες των άλλων θέσεων που είχαν παραδώσει όλες τις αποσκευές τους στους αχθοφόρους, καθώς γύριζαν στον τόπο τους ύστερα από λίγων εβδομάδων απουσία μπορούσαν να στείλουν τα ογκώδη μπαούλα τους κατευθείαν στον προορισμό τους, οι μετανάστες που έρχονταν για μόνιμη εγκατάσταση έπρεπε να κουβαλήσουν ότι είχαν και δεν είχαν μόνοι τους. Έτσι παραφορτωμένοι κατευθύνονταν στις βάρκες της Υπηρεσίας Αλλοδαπών που τους περίμεναν για να τους μεταφέρουν στο περίφημο Ellis Island, γνωστό στους Έλληνες μετανάστες ως «Καστιγγάρι». Εκεί μέσα στις πολύβουες στοές του γραφείου απογραφής, οι μετανάστες υποβάλλονταν στην τελική δοκιμασία. Οι περισσότεροι περνούσαν τον έλεγχο και ξεχνούσαν τις ταλαιπωρίες του ταξιδιού.
Όμως κάθε άρρωστος υποχρεωνόταν να γυρίσει στο πλοίο και παραδινόταν στην ατμοπλοϊκή εταιρία για επαναπατρισμό. Άγρυπνοι επιθεωρητές της Υπηρεσίας Αλλοδαπών μόλις παρατηρούσαν κάποιον ύποπτο, καθώς οι μετανάστες αποβιβάζονταν από τις βάρκες, σημείωναν πάνω στην κάρτα τους κάποιο κωδικό σήμα, προκειμένου να τον προσέξουν ιδιαίτερα οι γιατροί. Αυτοί οι άτυχοι άθλιοι έπρεπε να επιστρέψουν στο λιμάνι της επιβίβασής τους με έξοδα της εταιρίας, γεγονός που τις έκανε προσεκτικές στην επιλογή των επιβατών. Μεγαλύτερο βάρος για τις εταιρίες ήταν οι λαθρομετανάστες, αφού για καθένα που ανακάλυπταν και συλλάμβαναν οι αρχές, πλήρωναν πρόστιμο χίλια δολάρια .

Ο Γιάννης Κάλυκας , ο οποίος ήρθε (στην Αμερική) στα 17 του το 1926 λέει:
«Οι δύο εβδομάδες που πέρασα στο Έλις Άιλαντ ήταν οι πιο άθλιες της ζωής μου. ΄Ήταν Γενάρης, πολύ κρύο και ο ξάδερφός μου στην Αμερική δεν ήξερε ότι ερχόμουν μ΄ εκείνο το πλοίο. Δεν είχα ούτε ένα σέντ στην τσέπη μου, και ήμουν φοβισμένος. Υπήρχε πολύ συνωστισμός. Ακούγονταν λυγμοί και ξεφωνητά από τους ανθρώπους που στέλνονταν πίσω. Η αβεβαιότητα για το τι θα φέρει η επόμενη μέρα ήταν η χειρότερη αίσθηση που δεν την ξαναείχα ούτε πριν ούτε μετά απ΄ αυτό»

Για το φοβερό μαρτύριο, την «ιερά εξέταση» στο Ellis Island, γράφει ο Μπ. Μαλαφούρης στο βιβλίο του- Οι Έλληνες της Αμερικής 1528-1948 (New York, 1948)
«Έλλις Άιλαντ, νησί ελπίδων και αγωνίας! Νησί ολοκληρώσεως πόθων και ματαιώσεως ονείρων! Δράματα ζωής και θανάτου παίχθηκαν μέσα στις αίθουσες όπου εγίνετο η εξέτασις των μεταναστών ή πίσω από τα κάγκελα των κρατητηρίων όπου έμεναν όσοι επρόκειτο να απελαθούν στον τόπο της προελεύσεώς τους...».

Ανεπιθύμητοι, εκτός όσων είχαν μολυσματικές ασθένειες, όπως τραχώματα, ήσαν και όσοι δεν είχαν συγγενείς ή φίλους στην Αμερική που θα εγγυώνταν ότι οι άνθρωποι αυτοί θα βρίσκανε ένα κρεβάτι για να κοιμηθούν ή ένα πιάτο φαΐ για να μην πεθάνουν στην πείνα. Όσοι ακόμη δεν φαινόντουσαν αρκετά γεροί για να δουλέψουν στις σιδηροδρομικές γραμμές, στα μεταλλεία και τόσες άλλες βαριές δουλειές που τόσο πολύ ανθρώπινο υλικό χρειάζονταν τότε. Ακόμη και όσοι θεωρούνταν ύποπτοι για τη δημόσια τάξη.
Από τον μηνιαίο εικονογραφημένο Εθνικό Κήρυκα του Ιουλίου του 1920 :
«... Ο κατάλογος των επιβατών διαιρείται εις τα εξής δύο μέρη: Επιβάται πρώτης και δευτέρας θέσεως και επιβάται τρίτης θέσεως, ή, όπως λέγεται συνήθως, επιβάται του καταστρώματος, εις ους και δίδεται το όνομα μετανάσται... Οι επιβάται όμως της τρίτης θέσεως δεν απολαύουν του προνομίου της επί του πλοίου εξετάσεως. Οφείλουν πάντοτε «συν γυναιξί και τέκνοις» να μεταβούν εις το Έλλις Άιλαντ, όπου την αυτήν ημέραν της αφίξεώς των υποβάλλονται «εις το μαρτύριον» της ιατρικής και μη εξετάσεως... όπου πολλάκις διέρχονται ενώπιον των ιατρών ή άλλων «ιεροεξεταστών» τας χειροτέρας στιγμάς του βίου των...»

Από το 1903 μέχρι το 1908 απαγορεύτηκε η είσοδος περίπου σε 3.500 μετανάστες. Έτσι και στην Αμερική υπήρξε κατ΄ ανάγκη η λαθραία και παράνομη αποβίβαση και μάλιστα σε μεγάλη έκταση.
«Πλεύρισε το καράβι στο λιμάνι, το λιμάνι πατωμένο, το τελωνείο απάνω στα νερά. Φαίνεται πως η Αυστροαμερικάνα έβγαλε πολλούς λαθραίους ελεύθερους να φεύγει ο καθένας για το δικό του μέρος κι οι άλλες εταιρείες παραπονέθηκαν... Ήρθε ο γιατρός κι άρχισε να εξετάζει έναν, έναν. Όποιος ήταν καλός του 'δινε μια κάρτα με μπλε μολύβι και έγραφε επάνω οράϊτ, αμερικάνικα. Όποιος δεν ήταν καλός του΄δινε κάρτα με κόκκινο. Μου 'δωσε κόκκινο ο γιατρός, των άλλων μπλε. Την επαύριο ήρθε πάλι η επιτροπή, μας ξανακοίταξαν, μας έκριναν δεύτερη φορά σκάρτους. Σε τρεις μέρες καινούργια επιτροπή ανώτερη. Μας όρκισαν ότι ποτέ η κυβέρνηση δεν επιτρέπει σε άρρωστους, κλέφτες και εγκληματίες να πατήσουν αμερικανικό έδαφος. Τότε πήραμε απόφαση ότι μας γύριζαν πίσω. Μ΄ έκλεισαν στο μπουντρούμι με τους εξήντα άλλους από διάφορες φυλές. Στις 30 Νοεμβρίου (1907) έρχεται ο διερμηνέας του πλοίου, ένας Κώστας Πυλίας... Μόλις μας έβγαλαν απάνω άρχισε ο νους μου να γυρίζει. Σκεπτόμουν να το σκάσω. Με τη σκούφια, τα παπούτσια λυτά, το πανωφόρι στον ώμο, είπα να μπω σε μια βάρκα να κρυφτώ τη νύχτα, στη σκιά του πλοίου να πέσω στο νερό. Φοβήθηκα μην πνιγώ δεν το 'βρισκα καλό. Αποφάσισα να κάνω τον κόπο να κατέβω απ΄ τη σκάλα. Βάζω τα χέρια πίσω. Κατεβαίνω μπροστά στους κλητήρες. Μπαίνω τάχα για το νερό μου, βρίσκω μια πόρτα, άλλοι κλητήρες μέσα δεν δώσαν σημασία. Στρίβω δεξιά, τραβάω κάτι διαδρόμους, βλέπω γυαλί και απόξω κόσμο να περνάει. Βγαίνω και δεν το πίστευα».











οι μετανάστες, ύστερα από τις ατελείωτες αυτές ταλαιπωρίες πατούσαν επιτέλους το έδαφος της νέας Γης της Επαγγελίας, όπου άλλου είδους περιπέτειες άρχιζαν γι΄ αυτούς....
Στην σελίδα http://www.ellisisland.org/
αφού κάνετε απλή εγγραφή μπορείτε ν’αναζητήσετε
ονόματα δικών σας ανθρώπων επιβατών που κατέφθασαν και επιβιβάστηκαν στο νησί.


Μπορείτε να δείτε τα στοιχεία τους
Το πλοίο με το οποίο έφτασαν

Και τις σχετικές καταγραφές στα αρχεία

Πηγές :
http://www.ellisisland.org/
http://www.tsamantas.com/leute/index.html
http://www.latinamericanstudies.org/ellis-island.htm

11 σχόλια:

Markos είπε...

Συγκλονιστικές εξιστορήσεις...

Καλή Κυριακή

nyctolouloudo είπε...

συγκλονιστικές αποκαλήψεις...
ελάχιστα είχα ακούσει ή είχα ψιλοδιαβάσει.

όταν ήμουν εκεί έψαξα με την ξαδέρφη μου να βρούμε στοιχεία για την δικιά μας οικογένεια..
και βρήκαμε!

σήμερα, βρήκα και άλλους της οικογένειας μας.

nyctolouloudo είπε...

με έκανες και έψαξα στην βιβλιοθήκη του άντρα μου και βρήκα το εξής βιβλίο του Θεόδωρου Π.Μπερεδήμα:

Μεσσήνιοι και Μανιάτες οι πρώτοι μετανάστες στην Αμερική(1767-1913)

και στην σελίδα 29 διαβάζω...

Δίκαιον αίτημα

Οι κάτοικοι της Μεθώνης διεκδικούν δια την κωμόπολίν των τα πρωτεία εις το προς τον Νέον Κόσμον μεταναστευτικόν εξ Ελλάδος ρεύμα. Και οι ισχυρισμοί των στηρίζονται εις την ιστορικήν πραγματικότητα.Διότι είναι πολλαπλώς εξηκριβωμένον, ότι οι Έλληνες μετανάστες δι' Αμερικήν ανεχώρησαν το 1767 από τον λιμένα της Μεθώνης και απώκησαν την Φλώριδα. Η Υπηρεσία όμως του Αποδήμου Ελληνισμού ηγνόησε το γεγονός αυτό και δεν περιέλαβε την Μεθώνη εις το πρόγραμμα εορτών, που κατήρτισε.
...................

aqua είπε...

@ Μάρκο
Πραγματικά πρέπει να παίχτηκαν άπειρα δράματα εκεί όλα αυτα τα χρόνια.Ψαχνοντας το θέμα κάπου διάβασα πως δεκάδες οικογένεις χωρίστηκαν ,όταν κάποια απ'τα μέλη της(κυρίως γέροντες) δεν γίνονταν δεκτα και τα'στελναν πίσω .
Παρότι ο λαός μας έχει πονέσει τόσο πολύ απ'τη μετανάστευση
ξέχασε πολύ γρήγορα....

aqua είπε...

@ Nyctolouloudo

Eχω ζήσει πολύ μικρή αυτήν την ατμόσφαιρα στο λιμάνι του Πειραιά-δεν θυμαμαι όμως μπάντες και γιορτές- στο άλλο μεγάλο κύμα μετανάστευσης των αρχών του 60.
Κάθε λίγο το σπίτι μας ήταν γεματο συγγενείς που έφευγαν .Κι όλοι Μεθωναίοι!!
Βρήκα κι εγω όλα τ'αδελφια του παππού μου,τον προπάππο και την προγιαγιά μου.
Πρόσωπα που γνώρισα απ'την μεγάλη φωτογραφία στο σαλόνι της γιαγιάς.
Πραγματικά συγκλονιστικές αποκαλύψεις.!

aeipote είπε...

Πολύ καλό. Εύγε. Δίνει την εικόνα. Έτσι, για να μη ξεχνιόμαστε κι εμείς [που τώρα θαρρούμε ότι περάσαμε στη θέση του "αφεντικού"], κι αυτοί. . .

aqua είπε...

Με θυμώνει πολύ αυτή η συμπεριφορά Αείποτε.
Και η δικιά μας και αυτων .
Γι αυτό και το ποστ.
Καλό σου απόγευμα

Μικρός Πρίγκιπας είπε...

Επειδή κατάλαβα την σπουδαιότητα του συγκεκριμένου post, το άφησα για να το διαβάσω κάποια στιγμή με ησυχία και ηρεμία.
Μπράβο για την προσπάθεια στην έρευνα που έκανες................

aqua είπε...

Να 'σαι καλά Πρίγκιπα .
Σ'ευχαριστώ!

ο δείμος του πολίτη είπε...

Πολύ καλό post.

Γιάννης Σαράφης είπε...

Απίστευτο blog και άκρως ενδιαφέρουσα ανάρτηση. Συγχαρητήρια.