Δευτέρα 23 Οκτωβρίου 2006

Justice !


Don't Cry Baby!!

Τετάρτη 11 Οκτωβρίου 2006

Lazy cat!!



Tι έγινε μωρό μου?

Τρίτη 10 Οκτωβρίου 2006

Την Κυριακή λέει θα ΄χει λιακάδα!


Eχω μπερδευτει πολύ τελικά!
Ανοίγω την Tv , διαβάζω εφημερίδα ,χαζεύω αφίσες στους δρόμους
…και μπερδεύομαι περισσότερο.
Πολιτικοί που κατεβαίνουν υποψήφιου δήμαρχοι ή νομάρχες ή και υπερνομάρχες!
Δήμαρχοι που ξαναζητάνε την ψήφο μας για να μεταπηδήσουν στην Βουλή!
Πρώην δήμαρχοι που έγιναν υπουργοί και ονειρεύονται και πρωθυπουργοί! Δημοσιογράφοι που αφού έγιναν γνωστοί από τα μέσα τώρα τους κέρδισε η τοπική αυτοδιοίκηση!
Πρώην μοντέλα που θέλουν να δείξουν πως έχουν και μυαλό!
Ηθοποιοι με κοινωνικές ευαισθησίες ¨,που δεν διστάζουν να φασκελωθούν σε ζωντανές εκπομπές και μετά να παίρνουν σβάρνα όλα τα πρωινάδικα και μεσημβρινάδικα ,οπου παίζει και ξαναπαίζει το βίντεο του φασκελώματος
κι αυτοί βρίσκουν ευκαιρία να μας ξαναθυμίσουν την υποψηφιότητά τους!
Τα κόμματα έκοψαν κι έραψαν τον κατάλογο των υποψήφιων όχι αναλογα με τις ικανότητες τους αλλα ανάλογα με το πόσες φορές τους έχει δει ο ταλάιπωρος ψηφοφόρος στην tv!
Kι είπα να παρακολουθήσω μια συζήτηση να δω μπας κι έχουν κάτι νέο να μας πουν.
Ακουσα τα ίδια που ακούω χρόνια,(τα ‘χω μάθει πια απ’έξω- πέστε μου μια ερώτηση να σας πω την απάντηση!)
Κι ειδα τις ίδιες φάτσες να ανακυκλώνονται
Εκλεισα το κουμπί κι άνοιξα εφημερίδα.
Γαμώτο πάλι μπροστά μου ,τώρα με ολοσέλιδες διαφημίσεις!
Ρε συ !..μα πως στο διάολο κρατιούνται τόσο καλά όλοι τους τόσα χρόνια?
Καλά μέρα δεν περνάει από πάνω τους ?

Παίρνω τ’ αυτοκίνητο να πάω βόλτα.
Αφίσες παντού.
Μπα ! Που τραγουδάει το χειμώνα αυτός?
Τι ? καλέ κι αυτός υποψήφιος?

Ελεος ρε παιδιά!!
Την Κυριακή λέει θα ‘χει λιακάδα.
Λέω να πάω για ούζα!

Δευτέρα 2 Οκτωβρίου 2006

Κυριακή 1 Οκτωβρίου 2006

....σπίτι μου...

Γύρισα...
Εδω και λίγες μέρες γύρισα στο σπίτι που γεννήθηκα και μεγάλωσα.
Δεν ξέρω για πόσο.
Μπορει και για πάντα Μακάρι για πάντα.
Πήρα λίγα ρούχα κι έκλεισα πίσω μου την πόρτα.
Ηταν μια στιγμή που περίμενα καιρό τώρα.
Οταν έφτασε και μπορούσα να το κάνω ...δεν το πίστευα.
Ξαναπήγα σήμερα να πάρω το pc μου και τα υπόλοιπα ρούχα.
Ενοιωσα επισκέπτης
Τα μάζεψα γρήγορα.
Ηθελα να φύγω το συντομώτερο

....να πάω σπίτι μου.

Τρίτη 19 Σεπτεμβρίου 2006

Δευτέρα 18 Σεπτεμβρίου 2006

Νέμεση

«Όλα εδώ πληρώνονται»
Η Νέμεση έδρασε και πάλι..
Υπεροψία, αλαζονεία, κακία, προδοσία…
Για όλα έρχεται η ώρα να εισπράξεις.
Το έχω δει τόσες φορές να γίνεται .

Χωρίς να κουνήσω καν το χεράκι μου
Χωρίς να κάνω τίποτα…
Μόνο υπομονή
Kι η απάντηση έρχεται από μόνη της
Η Νέμεση δικαιώνει ή τιμωρεί και η ισορροπία επανέρχεται.
Μόνο που η αθεόφοβη όταν τιμωρεί ,χτυπάει εκεί που πονάει...

Παρασκευή 15 Σεπτεμβρίου 2006

Στο πατρικό

Μόλις γύρισα απ’το πατρικό.
Μέρες τώρα ήθελα να πάω.
Μα όλο κάτι άλλο βρισκόταν.Ισως και να το απέφευγα.Ισως φοβόμουν.
Σήμερα τ’αποφάσισα.
Το πρώτο σφίξιμο στη σκάλα.Ανεβαίνοντας στην βεράντα.
Η ματιά μου έπεσε στην καρέκλα.Εκεί που τον είχα βρει εκείνη την ημερα.
Δεν ξέρω πως είχα φτάσει …Εθνική…Παραλιακή…Αλίμου…Βουλίαγμένης.
Δεν ξέρω με πόσα έτρεχα…δεν θυμαμαι αν ειχε κίνηση.
Το μόνο που θυμαμαι είναι τον τρόμο μου μην χτυπήσει το κινητό.
Μην χτυπήσει μέχρι να φτάσω …γιατι τότε θα σημαινε πως δεν θα ειχα προλάβει…
Ο πάτερας θα είχε φύγει.
Όμως ήταν εκεί .Με περίμενε.Τον βρήκα καθισμένο στη βεράντα.
Είχε δύσπνοια και πυρετό.Τα ματια του ήταν θολά.Ομως με κατάλαβε.
Η βεράντα γεμάτη γείτονες.Είχαν τρέξει όλοι.
-Ο κυρ-Γιώργος δεν είναι καλά.Ειδοποιησαν ασθενοφορο.Το περιμένουν.
Τα λεπτά μου φαίνονταν αιώνες .Το μυαλό μου δούλευε τρελλά..
Το ασθενοφόρο αργούσε.Κάθισα δίπλα του .Του μιλούσα και του έσφιγγα το χέρι.
Φοβόμουν μην τρομάξει.με την μεταφορα, με την αναστατωση.
Το ασθενοφόρο έφτασε.Ανάσανα.Θα προλάβουμε.
Τρόμαξε την ώρα που τον έβαλαν μέσα επάνω στο φορείο.Ειδα τα ματια του.Κοίταζαν τρομαγμένα την λευκή οροφή..Σωλήνες ,καλώδια.γάντζοι,ζώνες ασφαλείας,οξυγόνα κρεμονταν απειλητικά από πάνω του.
Κάθισα δίπλα του.
Του έπιασα το κεφάλι και τον χαιδεψα Του μίλησα γλυκα καθησυχαστικά. Του έσφιξα το χέρι.Μην φοβασαι πατερούλη .Εδώ ειμαι.Θα ειμαι εγω διπλα σου.
Μου εσφιξε.το χέρι. Δεν του το άφησα μέχρι που φτάσαμε.
Τώρα που το σκέφτομαι συνειδητοποιώ πόσο σημαντικό ήταν για μένα αυτό το σφίξιμο του χεριού.
Ηθελα να με νοιώθει δίπλα του ..κοντά του…ένοιωθα πως τον φυλάω απ΄το κακό..
Συνέχισα να του σφίγγω το χέρι περιμένοντας το γιατρό… τις εξετάσεις …τ’αποτελέσματα… στο ασανσερ όταν τον ανεβαζαν στο δωμάτιο….τις ατελειωτες ώρες που πέρασα δίπλα του αυτές τις 42 ημέρες….
Συνέχισα να του σφίγγω το χέρι εκείνη την μέρα .όση ώρα χρειάστηκε να περάσουν από μπροστά μας όλοι οι χωριανοί για να προσκυνήσουν την σωρό του..
Κι ας ήταν τώρα πια παγωμένο.

Γύρισα το κλειδί στην πόρτα.
Δυσκολευτηκε ν’ανοίξει.
Εξω ειχε νυχτώσει πια Σκοτάδι παντού..Ξέρω τους χώρους καλα και δεν χρειαζόμουν φως. Περπάτησα μέχρι την κουζίνα και πάτησα τον διακόπτη.
Ηταν όλα τόσο γνώριμα. .Το μεγάλο τραπέζι στην μέση και η καρέκλα του στ’άριστερά..Εκεί που καθόταν πάντα..
Αφησα την τσάντα μου στο τραπέζι.
Κάθισα στην διπλανή καρέκλα κι έβγαλα τα τσιγαρα.
Πόσες φορές είχα κάνει την ίδια κίνηση.Πάντα έτσι έκανα.
Μονο που τώρα δεν είχα προηγουμένως σκύψει να τον αγκαλιάσω και να τον φιλήσω.Κι η μαμα δεν στεκόταν απέναντι περιμένοντας να της πω αν θέλω καφέ.
Ξαφνικά συνειδητοποίησα πως δεν θα τον ξαναδω πια εκει.
Πως δεν θα κάτσουμε κι οι τρεις γύρω απ΄το μεγάλο τραπέζι της κουζίνας.
Να περιμένει με λαχταρα να του πω τα νεα μου. Για το σπίτι,για τα παιδιά ,για την δουλειά.
Με πιασε ενας ξαφνικός πανικός.Σηκώθηκα απότομα .Δεν ήξερα που να πάω ,τι να κάνω.
Βρέθηκα στην κρεβατιοκαμαρα.Ειδα τις παντόφλες του δίπλα στο κομοδίνο.
Κοιταξα το άδειο κρεβάτι.
-Μπαμπα ,μπαμπακα που είσαι …ήρθα..
Θυμήθηκα τις μερες ,που ηταν άρρωστος και τον έβρισκα στο κρεβάτι
-Κοριτσάκι μου ήρθες? Έδω είμαι….μου απαντούσε και γύριζε προς την πόρτα για να με δει
Κι ας έλεγαν οι άλλοι πως όλη την ημέρα δεν είχε κουνηθεί καθόλου ….δεν είχε μιλήσει…δεν είχε γνωρίσει κανέναν
Εμένα πάντα με γνώριζε…πάντα μου μιλούσε.
Κατάφερνα και τον σήκωνα, τον έφερνα στην κουζίνα ή στην βεράντα.
Εφτιαχνα καφέ κι αναβαμε μαζί τσιγάρο.
Ελα να το φουντώσουμε παρέα του έλεγα …και γελούσαμε.
Ξέσπασα σ’ένα άγριο κλάμα.Οσο δεν είχα κλάψει τόσες μέρες.
Αρχισα να φωνάζω…
Μπαμπα …μπαμπακα …που είσαι…ήρθα .
Γύριζα άσκοπα στο σπίτι… έκλαιγα και φωναζα.
Τωρα που δεν με ‘βλεπε και δεν μ’άκουγε κανείς μπορούσα να κλάψω όσο ήθελα και να του πω όσα ήθελα..
Γύρω στα δωμάτια φωτογραφίες.
Απ΄τον στρατό …απ΄τον πόλεμο…με την μαμά αρραβωνιασμένοι , με τα παιδιά μου
αγκαλιά, ξανά με την μαμα πριν λίγα χρόνια..
Ακούμπησα την φωτογραφία στο τραπέζι….απέναντι μου …εκεί στην θέση του ..
Ηθελα να μιλήσουμε , να του πω τα νεα μου .
Πατέρα τώρα πια ίσως τα ξέρεις όλα .
Δεν ήταν όπως σου τα ‘λεγα.
Τίποτα δεν πάει καλα. Ούτε στο σπίτι, ούτε με τα παιδιά.
Συγχώρεσέ με πατερα.
Δεν ήθελα να ξερεις τι περναω.
Δεν ήθελα να ξέρεις πόσο πονάω.
Δεν ήθελα να σε στεναχωρήσω…να σου βάλω έγνοιες στο μυαλό …κι ανησυχίες
Ηθελα τα τελέυταια χρόνια της ζωής σου να είναι ήρεμα..γαλήνια,ευτυχισμένα.
Να είσαι ένας ευτυχισμένος πατέρας που βλέπει τα παιδιά και τα εγγόνια του να είναι καλά.
Και να φύγεις ήσυχος…όπως έφυγες.


Όμως τωρα ίσως ξέρεις πατέρα.
-Πατερα βοήθα.,,,
-Βοήθησέ με να τα βγάλω πέρα….ν’αντέξω

Κυριακή 3 Σεπτεμβρίου 2006

Ηλιοβασιλέματα...


Τελευταία ηλιοβασιλέματα...
Τελευταίες ημέρες...
Δεν θέλω να τελειώσουν...δεν θέλω να φύγω.
Ενα δύσκολο καλοκαίρι
Ενα άγνωστο που περιμένει.
Περιμένει να το συναντήσω ...
..και να το αντιμετωπίσω.
Δεν το φοβαμαι
Μόνο κουράστηκα...

Κυριακή 20 Αυγούστου 2006

Τρίτη 1 Αυγούστου 2006

Kι ομως ειμαι ακομα εδω

.......
ειχα πει θα φυγω,ειχα πει

κι ομως ειμαι ακομα εδω
κι αυτο το καλοκαιρι
λυωμενο παγωτο κολλαει στο χερι
καποιος κοιταει την ωρα
καποιος στο δρομο τρεχει
ειμαι ακομα εδω

εχει αδειασει η πολη
γυρναω στη παραλια
εχουνε φυγει ολοι
η ωρα πηγε μια

.............
κι ομως ειμαι ακομα εδω
κι αυτο το καλοκαιρι

Σάββατο 15 Ιουλίου 2006

Να προλάβω....

Ο πατέρας δεν είναι καλά .
Ξερω πια πολύ καλά πως λίγες είναι οι μερες της ζωης του.
Αν είναι ζωη αυτή.
Ένα πληγωμένο γέρικο ζωο που χαροπαλεύει
Οι ανασες δύσκολες
Το κορμί ασάλευτο
Το μυαλό κενό
Περιμενει να πεθανει.
Κι οι αλλοι γυρω να κοιτουν και να περιμενουν.
Να περιμενουν ν'αφησει την τελευταια του πνοη
και να γείρει στο πλάι .
Για να αρχισουν το κλάμα.
Εγω κλαίω τωρα
Από τωρα.
Για όσα δεν είπα... για όσα δεν εκανα
Και τρεχω να προλαβω
Να σου δωσω τα φιλια που δεν εδωσα
Να σου πω όσα δεν ειπα
Ποσο σ' αγαπω
Να χαιδεψω τα μαλιά σου
Να σου σφίγγω το χέρι
για να ξέρεςι πως ειμαι εδω
και να νοιώθεις ασφαλής
Να απαλύνω τον πονο
να κρατήσω μακρια τον θάναυο
Γιατι ειμαι διπλα σου
Γιατί πάντα θα ειμαι διπλα σου ..

Τρίτη 11 Ιουλίου 2006

"Σωτηρία"

Βγήκα στο μπαλκόνι να κανω τσιγαρο.
Τεράστια πυκνοφυτεμένα πεύκα και πίσω ο Υμηττός.
Κάπου την εχω ξαναδει αυτην την εικόνα .Κατι μου θυμιζει.
Εχω ξαναδει αυτα τα δενδρα ,αλλα πίσω από καποιο τζαμι.
Κι ηταν μεγαλύτερα.Τα θυμαμαι τεράστια.
Πίσω από κάτι ξύλινες μεγαλες μπαλκονόπορτες ...και τεράστια παραθυρα....
Ασπρα..όλα άσπρα.
Κι ένα τεράστιο ψηλοτάβανο δωμάτιο...άσπρο κι αυτό ....
Και κρεβατια στην σειρα ....με άσπρα σεντόνια.
Και λιγνές φιγούρες να περιφέρονται
Σιωπηλές..........

Την ξέρω καλά αυτήν την εικόνα
Την βλέπω μπροστά μου κάθε φορά που διαβαζω ποιήματα της Πολυδούρη.
Αυτά που έγραψε στην "Σωτηρία"........


Βγήκα στο μπαλκόνι να κάνω τσιγάρο.
Ξανακοίταξα τα πεύκα
Μα πως μπορεί όλα αυτα να τα χω ξαναδει?

Ηταν μάλλον στα μέσα του 60.
Η μάνα μου δεν μπορει πια να θυμηθεί.
Ειχαμε πάει εκει να δούμε την άρρωστη αδελφή της .

Τα ξαναείδα όλα μπροστά μου τώρα.
Οπως βλέπω την Πολυδούρη κάθε φορά που την διαβαζω...

Τα δωμάτια έχουν αλλάξει πια.
Δεν είναι ψηλοτάβανα και άσπρα.
Τα βλέπω στην πραγματική τους διάσταση τώρα
Και τα παραθυρα .Είναι συρόμενα αλουμινίου.
Και τα κρεβατια δεν είναι άσπρα .
Εχουν χρώματα.Κι από πάνω τους φωτάκια,μπουκαλάκια,
σωληνάκια,κουμπάκια ...

Μόνο ο πόνος των ανθρώπων είναι ο ιδιος.


Τετάρτη 5 Ιουλίου 2006

Οταν οι φελοί επιπλέουν...

Κάθε πρωί μέχρι να ετοιμαστώ για το γραφείο ,να πιω μια τζούρα καφέ και να κάνω ένα τσιγάρο ανοίγω την τηλεόραση.
Ετσι για να δω τον καιρό της ημέρας ή ν'ακούσω αν έγινε κάτι σημαντικό στον κόσμο την νύχτα που πέρασε.
Το τι μ*****α εισπράττω δεν λέγεται!
Μα πιό πολύ απ΄ολους ξερνάω μ'εκείνον τον τύπο που τα σάλια του αφού ξεχείλισαν την οθόνη της τηλεόρασης ξεχύθηκαν στα σαλόνια όλων των μικροσυνταξιούχων που περιμένουν εναγωνίως το Λάφκα
Αφού δάγκωσε το χέρι που τον ταισε ,καβάλησε το καλάμι όταν πρώτος ανακοίνωσε πότε θα γίνει η επόμενη ρίψη ψίχουλων σ'όλους εκείνους που την περιμένουν εναγωνίως ,μπας και καταφέρουν να επιβιώσουν ,
όταν πρώτος τρομοκρατησε όλα τα γεροντακια ,όταν τους ανακοινωσε την επόμενη αύξηση των φαρμάκων ,
όταν πρώτος έβγαλε στον αέρα την μάνα του φονιά να μας περιγραψει μ'άνατριχιαστικές λεπτομέρειες πως έκανε ο γιός της τον φόνο και πόσο καλό παιδί ήταν..
Κι αμα τυχει να 'χει δίπλα του και κανένα ταλαίπωρο αγουροξυπνημένο πολιτικό του τα χωνει στην αρχή κανονικά ,
έτσι για να τον ξυπνήσει απότομα και να ικανοποιήσει το κοινό περί δικαίου αίσθημα κι ύστερα βγάζει το ξεσκονιστήρι και το λιβανιστίρι και μένουν όλοι ικανοποιημένοι..
Τωρα κάνει και τον δύσκολο!!
Παρόλο λέει που σε πρόσφατο γκάλοπ βγήκε πρώτος στις προτιμησεις των πολιτων για υποψηφιος δήμαρχος ,αυτός εκεί βράχος !!
Δεν πατάει λέει το συμβόλαιο που έχει με το καναλι.!

Κι όσο τον θυμαμαι μέσα στ'αμφιθέατρα της Σόλωνος ,μ'ενα φοιτητικό κίνημα να βραζει και ξεχύνεται στους δρόμους ,αυτός με την τεράστια δερμάτινη τσάντα του να τρέχει πίσω απ΄τους καθηγητές ξεσκονίζοντας τα σακάκια τους .....

Από μικρό αυτό το παιδί έπασχε από υπερβολική σιελόροια !!!

Sorry ....πάω να ξεράσω.................

Τρίτη 20 Ιουνίου 2006

stop

Τελικα κάποιο άνθρωποι είναι πολύ περίεργοι.
Νοιώθουν τόσα συναισθήματα
Αγαπούνε...πονανε....κλαινε... χαίρονται
μα ποτέ δεν τα δείχνουν
Κλείνουν ερμητικά το δρόμο της ψυχής τους
και βαζουν κι ενα τεράστιο stop μπροστα
Εχει πετρώσει η καρδιά τους ...?
Μπορεί...
...μπορεί η ζωή να τους έχει δείξει μόνο το σκληρό της πρόσωπο.
Φοβούνται να δείξουν αυτό που νοιώθουν?
Μπορεί...
...μπορεί να νομίζουν πως θα τους πουν αδύναμους

Οποια κι αν ειναι η αιτία τωρα πια έχω καταλαβει καλα πως έτσι
χάνει κανείς πολλα.
Οταν ξεγυμνώσουμε τις ψυχές μας,θ’ ανοίξουν οι πόρτες της καρδιάς
Κι όλα γίνονται πιό όμορφα,πιό φωτεινα. Αληθινα!

Σάββατο 17 Ιουνίου 2006

Στιγμές

Μια συνηθισμένη ημέρα.
Ξύπνημα ,γραφείο,σπίτι.
Μια πολύτιμη ημέρα απ΄τη ζωή
Μια λιγότερη ημερα απ΄τη ζωή, που δεν θα ξαναγυρίσει.
Γιατί αφήνουμε τις μέρες έτσι να περνούν?
Αδιάφορα, κοινότυπα,ίδιες μέρες .
Δεν μένουν πια πολλές.
Κάτι πρέπει να γίνει.
Να είναι κάθε μια τους ξεχωριστή,ιδιαίτερη.
Να μενει στην μνήμη .
Ισως μένει μ'αυτόν τον τρόπο.
Στιγμές.

Σάββατο 3 Ιουνίου 2006

Εχετε μήνυμα στον υπολογιστή σας (2)

Δεν ήταν μήνυμα ακριβώς .
Κάθε μέρα έπαιρνε μια ειδοποίηση πως είχε ένα νέο μήνυμα.Ενα μήνυμα μ'ένα συνημμένο αρχείο ,που όμως δεν άνοιγε.Η ένδειξη "Ϊnfected" ακολουθούσε όλα τα μηνύματα .
Ερχονταν από την ηλεκτρονική διεύθυνση κάποιου καθηγητή απ΄το πανεπιστήμιο που διδασκε αυτός.
Κάθε μέρα και από διαφορετικό όνομα .Μα πάντα από
την διεύθυνση του πανεπιστημίου.

Παρασκευή 2 Ιουνίου 2006

Tα κορίτσια

Πήγα σήμερα να δω τα κορίτσια
Εκανα μια βόλτα στα δωμάτιά τους.τα καλημέρισα ,τα ρώτησα πως τα πάνε.
Ομορφα προσωπάκια,γλυκά χαμόγελα.
Εχω τύψεις .Δεν κάνω τίποτα για αυτά τα παιδιά.
Ηρθε η Χριστίνα
θέλει λέει να βγάλει το cd-player στην αυλή να χορέψουν όλες μαζί.
Φώναξα την Ανατολή να μιλήσουμε.
Μου είπε για τ'αγόρι της .
Μίλησα μαζί της χαιδεύοντάς της το κεφάλι.
Επεσε στην αγκαλιά μου ,μ'επιασε απ΄το λαιμό και μου 'πε πως μ'αγαπάει.
Είμαι λέει γλυκειά σαν την μαμά της ,που της λείπει.
Μου χαμογέλασε πλατιά δείχνοντάς μου τα λιγοστά δόντια
που 'χουν μείνει πια στο μικρό-γλυκό της στόμα.
Ηθελα να χαμογελάσω και να κλάψω μαζί.

Πέμπτη 1 Ιουνίου 2006

Ιούνιος

Μπήκε κι ο Ιούνης.
Από το πρωί ακούω και διαβαζω ευχές.
Καλό μήνα !
Καλό καλοκαίρι!
Δεν έχω διαθεση να ευχηθώ τίποτα και σε κανέναν.
Το πρωί πηγαίνοντας στο γραφείο και μπαίνοντας στην είσοδο του κτιρίου
ο θυρωρός και τρεις τέσσερις συνάδελφοι μου ευχηθηκαν εν χορώ "καλό μήνα "
Προσποιήθηκα πως χαμογέλασα και πέταξα ενα χλωμό "επίσης".
Δεν μου φταιγαν και τίποτα οι άνθρωποι πρωί-πρωί!
Πρώτη μέρα του καλοκαιριού.
Οι ζέστες έχουν μπει για τα καλά ,οι θάλασσες γεμάτες ,τα αιρκοντίσιον στο φουλ,προγραμματιζονται οι α΄δειες.
Νοιώθουμε πια στο πρόσωπό μας την καυτή ανάσα το καλοκαιριού.
Δεν ξέρω τι θα κανω.
Δεν εχω πραγραμματισει τίποτα .
Δεν ονειρεύομαι τίποτα.
Κάποιες ιδέες για Ιταλία και Σίφνο,παρότι αρχικά με ενθουσίασαν
τωρα πια τις βλέπω να ξεμακραίνουν.
ξέρω πως όταν ερθει η στιγμή θα το αναβάλλω.
Για πρώτη φορά δεν είμαι χαρούμενη που ήρθε το καλοκαίρι.
Θυμάμαι τα παιδικά μου χρόνια.
Την λαχτάρα να τελειώσει το σχολείο .
Εκείνες τις τελευταίες ημέρες που μέσ'την κάψα του μεσημεριού ανέβαινα την μεγάλη
ανηφόρα για το σχολείο .
Και τα γλυκά απογεύματα που κατηφορίζαμε ολοι μαζί και ξεχυνόμαστε στην πλατεία για
παγωτά ,καφέδες και σουβλάκια.
Μετράγαμε τις μέρες γιατί το καλοκαίρι περίμενε.
Κι ακόμα πιό μικρή .
Οταν πήγαινα με την μαμα στον Αγγελο,εκεί στην πλατεία Ταχυδρομείου και διαλέγαμε
υφάσματα για τα καλοκαιρινά φορέματα.
Υφάσματα λινά,βαμβακερά ή αέρινα.Κίτρινα καρώ,λευκά με ρίγες,αέρινα αχνογάλανα με γαλάζια πουά.
Και μετα στην κυρία-Ματούλα ,την μοδίστρα,να διαλέξουμε τα σχέδια από τα τεράστια πολύχρωμα περιοδικά της.
Πρώτη πρόβα,δεύτερη πρόβα.Επαιρνε μορφή το φόρεμα
Τιραντάκια,κορδελίτσες και δαντέλες.
Μέχρι νάρθει η μέρα να πάρει η μαμα την άδεια και να φύγουμε για το χωριό ήταν όλα έτοιμα.
Α! Ολα κι όλα ! Η κυρία-Ματούλα ήταν πάντα συνεπής.
Ενα απόγευμα ήταν πάντα αφιερωμένο για τα υπόλοιπα ψώνια και τα αξεσουάρ.
Παπούτσια από του Simi και καπέλο απ'το Πτί Πούλ.
Ερχόταν κι ο παπούς μαζί.
Πάντα από εκει αγόραζε το ψάθινο καπέλο του.
Κι εγω διαλεγα το δικό μου .
Ασπρο με κίτρινη κορδέλλα από σατέν και δυό κατακόκινα κερασάκια στο πλάι.
Και μετά άρχιζε η ιεροτελεστία της προετοιμασίας.
Η μεγάλη ασπρόμαυρη βαλίτσα κατέβαινε απ΄το πατάρι και στηνότανε στο δωμάτιο της μαμας πάνω στο μεγάλο μπαούλο.
Κάθε μέρα προσθέταμε και κάτι.
Τα φορέματα όταν έρχονταν απ΄τη μοδίστρα.
Τα παπούτσια ,τα καπέλα,τα μαγιώ όταν γυρίζαμε απ΄τα ψώνια.
Και κουτιά λουκούμια και βανίλιες απ΄του Λουμίδη για τα απογεύματα στην αυλή με δροσερό νερό απ΄το πηγάδι.
Κάθε μέρα έβλεπα την βαλίτσα να γεμίζει και να φουσκώνει
Κι ήξερα πως όσο γεμίζει η βαλίτσα τόσο πιό κοντα ήταν οι μέρες των διακοπών.
Το τελευταίο βράδυ μαζευόμουν νωρίς απ΄το παιχνίδι.
Μπάνιο,φαγητό και στο κρεβάτι απ'τις εννιά.
Επρεπε να σηκωθούμε νωρίς για το ταξίδι.
Η βαλίτσα φουσκωμένη πάνω στο μπαούλο ,περίμενε κλειδωμένη την αναχώρηση.
Ο ήχος απ΄τα τριζόνια έμπαινε γλυκα απ΄τ'ανοιχτό παράθυρο .
Το καλοκαίρι με περίμενε.

Τετάρτη 31 Μαΐου 2006

Μία απ'τα ίδια

Μία απ'τα ίδια.Πρέπει να ξεκολλήσω.
Ολη την ημεφρα κάνω σχεδια για τα βραδυ..να βγω ,καπου να παω ,με καποιον
κι οταν γυριζω σπιτι κολλαω στο πψ ,μου φευγει η διαθεση βρισκω δικαιολογίες πως ταχα για καποιο λόγο δεν μπορω
ησυχα στη δουλεια.Εκανα πολλες βολτες στη φυλακη ...το ειχα αναγκη να εχω εικονα.
ο Κ γυρισε 4.30 φωσφωρίζοντας με το ροζ πουκάμισο :)))
πήγα φυσιοθεραπεία 6.15 ξαναφυγε φωσφοριζέ
226 -192= 34 ολοκληρα χιλ.
ψαρακι στην ακροθαλασσια΄!
ξεκολα
αρχιζω να τον μισώ

Τρίτη 30 Μαΐου 2006

Ποικιλία είχε η σημερινή ημέρα
τα πάνω της και τα κάτω της
Δεν ξεκινησα καλα .Σκεψεις πα΄λι οι ιδιες και μελαγχολία.
Στο γραφείο ξέφυγα λίγο
Εγινε και το επεισόδιο με την χουανιτα.
Σοκαρίστηκα .
πως χάνει τον ελεγχο ο ανθρωπος .
Φοβηθηκα γι αυτην .οταν θα συνελθει και συνηδοτοποιησει τι εχει κανει
φοβηθηκα μην κανει καμια αποπειρα
της μιλησε η Αννα και ο Αλεξ της μιλησα κι εγω
την αγκαλιασα μου πε πως μαγαπει και πως ντρεπεται
Πως φτανουμε τους ανθρωπους στα ακρα!!
και μετα το θεατρικο 'Η κατσαριδα"
ξεχαστηκα για λιγο
καλο ηταν
και τα κοριτσια το χαρηκαν
αυριο θα μαθω λεπτομερειες πως τους φανηκε
αν ειχε κανενα αποτελεσμα το εγχειρημα
και παλι εδω
3 ΚΜ κοιμοταν
δεν μιλησαμε ολο το απογευμα σιδερωνα μονο του ζητησα το εκαθαριστικό του να φτιαξω τις δηλωσεις.
Τα γνωστα μπανιο ,κολωνια και εξω
Πρεπει να ξεκολλησω
ειμαι καλυτερα αποψε που λειτουργησα ή προσπαθησα να λειτουργησω σαν να μην υπηρχε.


Δεν ξερω τι μου συμβαινει τελικά
τι πραγματικα με ενοχλει
που δεν μου δινει σημασια?
που με απέρριψε?
που με πρόδωσε?
που δεν μαγαπησε
και τι κανουμε τωρα?
στα 50 ?
νεο ξεκινημα?
πως
με τι προσοντα
τι να περιμενω τωρα
τον ανθρωπο της ζωης μου
ισως αυτο με θυμωνει περισσοτερο
που μου την εκανε τωρα
που δεν εχω περιθωρια
η που δεν εχω κατι αλλο στη ζωη μου
πραγματικα
αν ειχα κατι αλλο
στα αρχιδια μου
σκασιλα μου
θα τον ειχα φτυσει κανονικα
ουτε στιγμη δεν θασχολιομουνα μαζι του 'ουτε ματια
εχει κανει τοσα
δεν τα περιμενα
επεσα πολυ εξω
ξενερωσα τελειως

θαθελα ναταν αλλιως
δεν ξερω
η μοναξια με φοβιζει
η παρεα μου λειπει

να μην εχω κανεναν διπλα μου
αυτο με τρομαζει
τι να σου κανει κι η δουλεια και οι φιλοι κι οι παρεες ,οι οποιες παρεες.
δεν εχεις καποιον δικο σου
τον ανθρωπο σου
ισως γιαυτο δεν τολμαω να φυγω τελέιως
εχω την ψευδαισθηση πως υπαρχει

Κυριακή 28 Μαΐου 2006

...στα "μωρά " μου


αποψε θαρθω
τον ύπνο σου γλυκα να σου φιλήσω
Την πόρτα θ’ανοίξω πλατιά
να μπούν του ονείρου πουλια

αποψε θαρθω
αγκαλια μου να σε νανουρίσω
Νεραιδες ,ιππότες ,αστέρια
σου φέρνουν τα δυό μου τα χέρια

αποψε θαρθω
το κορμί σου ζεστα να σκεπάσω
Την πόρτα θα κλείσω απαλα
μην φύγουν του ονείρου τα πουλια.


...στα "μωρά " μου,που μεγάλωσαν πια...

Σάββατο 27 Μαΐου 2006

Εχετε μήνυμα στον υπολογιστή σας



Εχετε μήνυμα στον υπολογιστή σας

Ο διαπεραστικός ήχος απ’το ηλεκτρονικό ξυπνητήρι σκορπίστηκε στο δωμάτιο.
Ανοιξε τα μάτια .
Ενα απαλό μπλέ φως τρυπαγε τις γρίλλιες και φώτιζε απαλά το χώρο.
Ξημέρωσε.
Κοίταξε το ρολόι στο κομοδίνο δίπλα της και σηκώθηκε απότομα απ’το κρεβάτι.
Ετρεξε στο διπλανό δωμάτιο και προσπαθώντας να μην κάνει θόρυβο ,
κάθησε και πάτησε το κουμπί.
Μια τρελή προσμονή την είχε κυριέψει.
Οι εικόνες έτρεχαν κι εναλάσσονταν αργά.
Τα δευτερόλεπτα της φάνηκαν αιώνας.
Πνιγμένη απ΄την αγωνία έκανε διπλό κλίκ .
Πληκτρολόγησε βιαστικά ...όνομα ...κωδικός ...
ένα παράθυρο άνοιξε ,τα γράμματα χόρεψαν μπροστά της ...
Είδε αυτό που τόσο περίμενε.
«Εχετε ένα νέο μήνυμα στον υπολογιστή σας»
Η καρδιά της άρχισε να χτυπά τρελλά.
Να είναι θεέ μου από εκεί ....
Μπα να δεις που θα είναι κανένα spam ή από κανένα άσχετο
ξανά διπλό κλικ ...ξανα παραθυρο ...
ξανά διπλό κλικ ...ξανα παραθυρο ..
τα μάτια της έτρεξαν στην σελίδα ...
τα έντονα γραμματα του αδιαβαστου mail ξαναχόρεψαν μπροστά της ....

Ναι είναι πάλι απο εκεί ....
Από την ίδια διεύθυνση μα με άλλο όπως πάντα αποστολέα
Ξανά διπλό κλίκ ξανα το ίδιο μήνυμα
Εγειρε πίσω και χομογέλασε .
Ωρα αποστολής η ίδια

Εμεινε λίγο να κοιταζει την οθόνη
Εκλεισε γρήγορα ,έριξε μια ματιά στο ρολόι του τοίχου
κι άρχισε να ετοιμάζεται βιαστικά.
Σε λίγα λεπτά βρισκόταν στο αυτοκίνητο οδηγώντας για την δουλειά.
Δεν ξέρει πως έφτασε στο γραφείο.
Πόση ώρα έκανε ?...από ποιο δρομο ήρθε?
...είχε κίνηση.?...είχε μποτιλιάρισμα στα φαναρια...?
Δεν θυμόταν ...μόνο την εικόνα απ΄το μήνυμα
στην οθόνη του υπολογιτή έβλεπε ...και χαμογελούσε
Τρύπωσε στο γραφείο .
Δεν ήθελε τώρα κουβέντες και καλημέρες.
Παρήγειλε καφέ και πάτησε πάλι το κουμπί.
Είχε τώρα όλο το χρόνο και την ησυχία να το ξαναδεί.


Τί περίεργη ιστορία ήταν αυτή ?
Ποιός έπαιζε μαζί της?
Εδώ και μέρες ,κάθε μέρα έπαιρνε ένα μύνημα
Κάθε μέρα από άλλον αποστολέα.
Μα όλοι από την ίδια σελίδα .Την σελίδα του πανεπιστημίου.
Την ήξερε αυτήν την σελίδα. Την είχε βρει ψάχνοντας τα ίχνη του στο δίκτυο .
Εδώ και χρόνια τον παρακολουθούσε.
Από τότε που έμαθε να χρησιμοποιεί το διαδίκτυο ,η πρώτη της αναζήτηση
ήταν τ΄ονομά του .
Ηξερε μόνο πως ζούσε μόνιμα στην Αμερική ,είχε γίνει σπουδαίος ,
καθηγητής λέει σε κάποιο πανεπιστήμιο .
Τίποτα άλλο .
Που ζούσε ,αν ήταν παντρεμένος ,αν είχε παιδιά...τίποτα δεν είχε καταφέρει να μάθει
Εδωσε λοιπόν τ’όνομά του και σελίδες μ’αποτελέσματα ξεδιπλώθηκαν μπροστά της.
Μια νύχτα ολόκληρη εψαχνε και διάβαζε.
Ετσι λοιπόν .
Ζούσε στην Νέα Υόρκη ,στο Μανχάτταν ,οδός Σπρινγκ ,αριθ.453.
Βρήκε το χάρτη της πόλης,εντόπισε και το σπίτι του ,λές και θα πήγαινε ποτέ
στην Ν.Υόρκη και ήθελε να ξέρει πως θα πάει ....
Ετσι τό’κανε ...ήθελε να τον φανταστεί να περπατα στους δρόμους ,
να δει τι βλέπει στη γειτονιά του
Είχε κοντά ένα μεγάλο πάρκο ...ίσως να περπατάει τώρα στα δρομάκια του ...
Μόνος? ....με μια γυναίκα αγκαλιά?....μ’ενα παιδί απ’το χέρι?
Ποιός ξέρει .....

doctor …society….hospital… homelesses author …university … Germany… Japan…

Δεν ήταν και τέλεια τ’άγγλικά της μα στο τέλος έβγαλε συμπέρασμα .
Ηταν καθηγητής,κοινωνιολόγος, σ’ενα πανεπιστήμιο της Ν.Υόρκης ,
είχε γράψει βιβλία ,άρθρα ,είχε κάνει διαλέξεις ,συμμετείχε σε συνέδρια σ’όλο το κόσμο ,Αμερική ,Ευρώπη ,μέχρι την Ιαπωνία έφτασε ....
Τόσο σπουδαίος είχε γίνει λοιπόν ....?
Για υτό δεν νοιάστηκε ποτέ να μάθει νέα της ...
σιγά μην ασχολιόταν πια μ’αύτην....

Κι όμως ...
κάτι της λέει πως εκείνο το τηλεφώνημα πριν κάποια χρόνια ήταν απ’αυτόν....

Ελειπε απ΄το σπίτι.
Οταν γύρισε της είπαν πως την ζήτησε ένας φίλος απ’ τα παλιά ,
απ΄το πανεπιστήμιο είπε , μα δεν συγκράτησε το όνομά του η πεθερά της ....
Το ίδιο βράδυ που τηλεφωνήθηκε με την μητέρα της τα ίδια της είπε κι αυτή .
Ενας παλιός φίλος απ΄το πανεπιστήμιο πήρε τηλέφωνο στο πατρικό της σπίτι ,
ήθελε να μάθει νέα της είπε και ζήτησε το νέο της τηλέφωνο.
Στην μητέρα της δεν άφησε όνομα.
Η καρδιά της σκίρτησε .Λές να ήταν αυτός .?
Ποιός φίλος ναναι απ΄το πανεπιστήμιο?
Με όσους φίλους είχε απο κει ,εξακολουθούσε την επικοινωνία .
Ολοι ήξεραν πως δεν έμενε πια εκεί .
Μα πως να ήταν αυτός ?
Πως ήξερε πως πήγε τελικά στο πανεπιστήμιο?
Το καλοκαιρι που τελείωσε το γυμνάσιο ήταν που έφυγε κι αυτός για την Αμερική
Με υποτροφία,απ’το αμερικάνικο κολλέγιο .
Από τότε είχαν χαθεί.
Αυτή βέβαια είχε προσπαθήσει κι είχε μάθει νέα του.
Μια φίλη απ’το σχολείο είχε σχέση με τον κολλητό του
Απ’αυτήν έμαθε το όνομα του πανεπιστημίου που φοιτούσε ...
έμαθε και την διεύθυνση ....
γράμμα δεν τόλμησε ποτέ όμως να στείλει .
Ισως λοιπόν να είχε μάθει απ’αυτόν τα νέα της .
Την φίλη της την είχε χάσει πιά .
Είχε παντρευτεί άλλον ...είχε παιδιά.....δεν ήξερε καν που έμενε ...


Εβαλε την πεθερά της να της ξαναπεί με το νι και με το σίγμα όλη την συνομιλία που είχε με τον «φίλο» της
Η καημένη γυναίκα ξαναείπε όσα της είχε πεί και το μεσημέρι.
Εξακολουθούσε όμως να μην θυμαται τ’όνομά του...θα ξαναπάρει είπε ....
Μια σπίθα φώτισε τα μάτια της ...
Θα ξαναπάρει !!! ...αχ ρε μάννα γιατί δεν το λές τόση ώρα ... είπε θα ξαναπάρει !!!
Του είπα πως είμαι η πεθερά σου κι αν θέλει ν’αφησει μήνυμα ή τηλέφωνό του αν θέλει ,μα είπε πως δεν πειράζει ,...θα ξαναπάρει ....
Αχ ...ρε μάννα ...τι τις ήθελες τόσες ευγένειες....?
ηταν ανάγκη να πεις πως ήσουν η πεθερά μου ..?
Πάει.... πέταξε το πουλι .....θα κατατρόμαξε ο άνθρωπος ...σιγά μην ξαναπάρει...
Και δεν ξαναπήρε....
Μόνο το καλοκαίρι όταν κατέβηκε στο χωριό έμαθε τυχαία πως πριν λίγες ημέρες
ήταν κι αυτός εκεί.
Ειχε γυρίσει μετά από 20 χρόνια και μόλις πριν λίγες μέρες έφυγε ξανα......

Βρήκε και το τηλέφωνό του ...το σημείωσε και το φύλαξε .
Δεν πήρε εκείνη την στιγμή.
Θα ήταν μεσάνυχτα στην άλλη άκρη του Ατλαντικού.
Πήρε την άλλη μέρα .Οταν εκεί θα ήταν μεσημέρι.
Μια ζεστή αντρική φωνή στον τηλεφωνητή της έλεγε πως εκείνη την στιγμή έλλειπε και αν ήθελε ν’αφήσει το μήνυμά της.
Εκλεισε το τηλέφωνο τρέμοντας .....
Είχε ακόυσει την φωνή του!!
Ειχε ακούσει την φωνή του 20 χρόνια μετά. .!!

Ηταν καλοκαίρι..μόλις είχαν τελειώσει τα σχολεία .
Ηταν πρωί και ήταν μόνη στο σπίτι Χτύπησε το τηλέφωνο .
Σήκωσε απρόθυμα τ’άκουστικό μιας και δεν είχε όρεξη για κουβέντα .
Μια αγορίστικη φωνή την χαιρέτησε .
Αρχισε να την ρωτα τι κάνει,πως πήγε το σχολέιο κι αλλα τετοια χαζα .
Αρχισε να εκνευρίζεται .
Τον ρώτησε τ’όνομά του ...της είπε ...δεν ήξερε κανεναν μ’αυτό το όνομα
Του ζήτησε περισσότερες λεπτομέρειες,αν την ξερει,απο που την ξερει και τετοια ..
Δεν της έλεγε .Ηθελε κουβέντα ...πως αυτός τάχα την ξέρει ,...πως του αρέσει κ.λ.π.
Νευρίασε πραγματικά .Συνηθισμένη φάρσα σκέφτηκε από κανέναν χαζοχαρούμενο .
Τον διαλόστειλε νευριασμένα και χτύπησε με δύναμη τ’ακουστικό στην συσκευή....

Ενα χρόνο μετά μαθαινε απ’την κοινή φίλη πως δεν τολμά να την πάρει τηλεφωνο γιατι μια φορα που την πήρε τον έστειλε στο διάολο και του κλεισε το τηλεφωνο στα μούτρα ..

Πήρε τηλέφωνο ξανά την ίδια μέρα ,αργα το βραδυ.
Ισως τώρα να ‘ναι σπίτι.
Σχημάτισε τον αριθμό του ....ατέλειωτα ήταν αυτα τα νούμερα !!
χτυπάει ....
Μα τι χαζαμάρες κάνει ?
Κι αν είναι εκέι και το σηκώσει τι θα κάνει ? θα του μιλήσει ?
Οχι βεβαια ...τι να του πει?
θα το κλείσει ...
Μα τι βλακείες κάνει ...
Απλωσε το χέρι να το κλείσει
Αllo? .....allo ....?
Μια νεανική γυναικεία φωνή ακούστηκε στην άλλη άκρη ΄...
Εκλεισε τρομαγμένη το τηλέφωνο ....
Γυναίκα ....το σήκωσε γυναικα ...ήταν λοιπόν παντρεμένος....
Εμεινε να κοιταζει σαστισμένη την συσκευή
Και βεβαια θα είχε γυναικα ....εμ τι περίμενες ...τόσα χρόνια είχαν περάσει ...θα παντρευτηκε κι αυτός
Πέρασε λίγα λεπτά κοιτάζοντας μια την συσκευή και μια το χαρτάκι με τον αριθμό του τηλεφώνου ...ξανακουγε στ’αυτια της την φωνη .
Αllo? .....allo ....?
Λες να πήρε λάθος αριθμό?
Εμ...τόσα νούμερα ίσως πάτησε κάποιο λάθος κουμπί
Σήκωσε τ’ακουστικό και ξανασχημάτισε τον αριθμό αργα ...πατώντας ενα ενα τα πλήκτρα
000 ..... η γραμμή άνοιξε ...χτυπάει ....
Αllo?
Ηταν πάλι αυτή...η ίδια γυναικεία φωνή ....
Κατέβασε ξέπνοα τ’άκουστικό ...ηταν σίγουρη πια .
(...συνεχίζεται )

Κυριακή 21 Μαΐου 2006

21 Μαίου

Δεν ξέρω αν λάβεις ποτέ αυτό το γράμμα.
Θα ‘θελα όμως κάποτε να σου πω όσα δεν σου είπα τότε.
Να σου πώ πόσο σ’αγαπησα ...πόσο σ’αγαπώ ακόμα ...
πως θα σ’αγαπώ για πάντα...
Δεν στο είπα ποτέ..
Δεν ξέρω γιατί ...

Ησουν για μενα ένα φως μεσ’το σκοτάδι.
Μια ηλιαχτίδα που τρύπωσε στην καρδιά μου . .
Σε ξεχώρισα αμέσως .
Ενα διαμαντι μεσ’τον σωρό από πέτρες.
Κάτι με τράβηξε κοντα σου
Τ’όμορφο χαμόγελό σου ...η γελαστή ματιά σου ...
η ψυχούλα σου που μόνο ήθελε να δίνει ...
Η περηφάνεια σου .... η αξιοπρέπειά σου ...η εξυπνάδα σου
Δεν ξέρω τι απ’όλα ...μπορεί και όλα

Κάτι σε τράβηξε κοντα μου.
Με ξεχώρισες είπες κι εσύ .
Και δεθήκαμε ...κολλήσαμε....επικοινωνήσαμε...

Ησουν κοντα μου στα δύσκολα ....ώρες ατελειωτες ..κουβέντες....λόγια...παρηγόριες...πλάκες να με κάνεις να γελάσω

Ημουν κοντα σου στα δύσκολα ....ώρες ατελειωτες ..κουβέντες....λόγια...παρηγόριες...πλάκες να σε κάνω να γελάσεις

Και σε θαύμαζα τόσο!
για την δύναμη της ψυχής σου ,όταν γέλαγες τον πόνο
για την αδύναμη ψυχούλα σου ,όταν έκλαιγες απ’τον πόνο


Ποτέ δεν θα ξεχάσω εκείνο το πρωί της Κυριακής .
Ερχόμουν με λαχτάρα να σε δω .
Σου είχα πάρει και λουλουδια.
Ζέρμπερες ...που ήξερα πως σου αρέσουν

Ο ήλιος έπεφτε εκτυφλωτικός μέσ’το δωμάτιο .
Με τύφλωσε....
Προχώρησα στην σκιερή γωνιά για να σε δω.
Καλημέρα ...είπα ...η Ελένη ?
και κοίταξα το άδειο σου κρεβάτι

Εφυγε νωρίς το πρωί ...ήσυχα...πολύ ήσυχα....
Σε ζηταγε χθές βράδυ ...δεν ήρθες....
μου απάντησε η φωνή απ’το διπλανό κρεβάτι

Οι λέξεις βουιζαν στ’αυτιά μου.
έφυγε ...εφυγε...νωρίς το πρωι
πως έφυγε? . που πήγε ? ...τι εννοεί ?
με ζήταγε...
Ηρθα !!! ...μα.. ήρθα !!!
Γιατι έφυγε?

Δεν ξέρω πως βγηκα απ΄το δωμάτιο ...
πως κατεβηκα τις σκάλες...
πως πέρασα την πύλη του νοσοκομείου...

Δεν ξέρω πόση ώρα πέρασε...
Κάποια γέλια παιδιών στην διπλανή αλάνα
με ξύπνησαν ,σαν από λήθαργο και βρέθηκα
στο κάθισμα του αυτοκινήτου με τις ζέρμπερες αγκαλιά και το βλέμμα στο κενό .

Αποφάσισα να σου γραψω αυτό το γράμμα
Να σου πω με λόγια , όσα με την ψυχή μου σου λέω τόσα χρόνια .
Να σου πώ πόσο Σ’αγαπώ ..
σαν την Μοναδική ...την Αληθινή μου ΦΙΛΗ
και να σου ζητησω μια μεγαλη ΣΥΓΝΩΜΗ
...που δεν πρόλαβα ..

Αποφάσισα σήμερα να στείλω αυτό το γράμμα

σήμερα που θα γιορταζες Ελένη.
...

Ηλίθια

Χάρτινος Πύργος
γιατί είμαι τοσο ηλίθια!!
Πρέπει να ξεκολλήσω
Το ξερεις κοριτσι μου πως δεν αξιζει
το νοιωθεις καθε μερα γιατι κολλας?
Δεν θελω να τον βλεπω καλα
να φτιαχνεται... να βγαινει
να αδιαφιρεί

ΔΕΝ ΑΞΙΖΕΙ!!!Κατάλαβε το
Βρες διεξοδους
βγαινε εξω
φτιαξου...στολισου ...κια στον να παριστανει τον σπουδαιο

Πέμπτη 18 Μαΐου 2006

Επιχείρηση "Delete"

Πολύ μου άρεσε τελικα αυτή η «επιχείρηση delete»!!
Ναι έτσι είναι !
Πάτησα το κουμπί κι εκανα τελικα το κλικ.!
Τράβηξα τη γραμμή που δεν τολμούσα τόσο καιρό.
Κι ας ήξερα ότι «πρέπει » να την τραβήξω .
Ενοιωθα απ’την αρχή πως είχε ανοίξει μια παρένθεση.
Και πως κάποια στιγμή θα κλείσει .
Μόνο που τράβηξε πολύ! Πάρα πολύ!!
Μα τώρα είμαι καλά !
Νοιώθω καλά που σε ξεφορτώθηκα.!
Ετσι δεν θα μπορέσεις πια΄να με ξανακοροιδεψεις .
Δεν θα πάρεις πια άλλη φορά αυτή τη χαρά.
Δεν θα με εκμεταλλευτείς ,

δεν θα παίξεις στην πλάτη μου τα παιχνίδια σου.
Τωρα να σε δω !
Ετσι να στεκεσαι μόνος σου στα πόδια σου κι όχι στις δικές μου πλάτες.
Που τις κύρτωσες,που τις βάρυνες με τα συνεχή «θέλω» σου .
Λοιπόν αγοράκι μου- ΕΠΙΤΈΛΟΥΣ- ΤΕΛΟΣ!
Πήγαινε στιο δρόμο που χάραξες,στο δρόμο που διάλεξες.
Βάλε τα λινά σου πουκάμισα ,τα φιρμάτα παντελόνια και την ακριβή κολώνια.
Βγες έξω και δείξε αυτό που δεν είσαι .
Παίξτο «νέος ,ωραίος και επιτυχημένος»

Για πόσο ?

Γρήγορα θα ξεθωριάσει η ψεύτικη εικόνα σου και θα φανεί η εσωτερική σου γύμνια.
Κι αυτοί που σε περιτρυγυρίζουν όσο τους δίνεις ,

θα σ’έγκαταλείψουν ,όταν δεν θα μπορείς να τους δώσεις άλλα.
Επιτέλους –έφυγε το βάρος σου.
Εχω να κάνω πιά μόνο με τον εαυτό μου.
Με τις επιλογές μου, με τα λάθη μου και με τα σωστά μου.
Μόνο με αυτά .
Είναι αλήθεια πως νοιώθω ζαλισμένη .
Σαν εκείνονστο ρινγκ ,που μόλις σηκώθηκε ,μετά από
απανωτά χτυπήματα του αντίπαλου και προσπαθεί ν’ανακτήσει τις αισθήσεις
του ,να σταθεί όρθιος και να επιτεθεί στη ΖΩΗ.
Μα δεν φοβάμαι .Ξέρω πως θα τα καταφέρω .

Οπως τα κατάφερνα μέχρι τώρα κι ας είχα κι εσένα στην πλάτη μου.
Νοιώθω ξαλαφρωμένη,έτοιμη να χαρώ όσα δεν χάρηκα, έτοιμη να ζήσω πραγματικά
Κι εχω δίπλα μου μόνο όσους μ’αγαπούν για αυτό που είμαι κι
όχι γι αυτό που θάθελαν να είμαι για είναι αυτοί καλά.
Ησουν πολύ λίγος τελικά!
Ενας ‘καραγκιοζάκος’,ούτε καν "καραγκιόζης"
Σε λυπάμαι.!

Δεν σου κρατώ κακία. Κι ας εκανες τόσα.
Παρ’όλα αυτά εύχομαι να βρεις τον ευατό σου και την ευτυχία.
Είναι κρίμα ν’αποτύχεις πάλι. ....

Κυριακή 14 Μαΐου 2006

Χάρτινος Πύργος

Ο διαπεραστικός ήχος απ’το ηλεκτρονικό ξυπνητήρι σκορπίστηκε στο δωμάτιο.
Ανοιξε τα μάτια .Ενα απαλό μπλέ φως τρυπαγε τις γρίλλιες
Ξημέρωσε.
Κοίταξε τον άντρα που κοιμόταν δίπλα της και σηκώθηκε μαλακά απ’το κρεβάτι.
Ετρεξε στο διπλανό δωμάτιο προσπαθώντας να μην κάνει θόρυβο ,κάθησε και πάτησε το κουμπί.
Μια τρελή προσμονή την είχε κυριέψει.
Οι εικόνες έτρεχαν κι εναλάσσονταν αργά.
Τα δευτερόλεπτα της φάνηκαν αιώνας.
Πνιγμένη απ΄την αγωνία έκανε αριστερό κλίκ .
Κι είδε αυτό που τόσο περίμενε.
«Εχετε ένα νέο μήνυμα στον υπολογιστή σας»
Η καρδιά της άρχισε να χτυπά τρελλά.
Να είναι θεέ μου από εκεί ....
Ναι είναι πάλι απο εκεί ....
Από την ίδια διεύθυνση μα με άλλο όπως πάντα αποστολέα
Ξανά αριστερό κλίκ ξανα το ίδιο μήνυμα
Εγειρε πίσω και χομογέλασε .
Ωρα αποστολής η ίδια
Εκλεισε γρήγορα ,έριξε μια ματιά απ’την πόρτα στον άντρα που εξακολουθούσε να κοιμάται κι άρχισε να ετοιμάζεται βιαστικά.
Σε λίγα λεπτά βρισκόταν στο αυτοκίνητο οδηγώντας για την δουλειά.
Δεν ξέρει πως έφτασε στο γραφείο.
Πόση ώρα έκανε ?...από ποιο δρομο ήρθε? ...είχε κίνηση.?...είχε μποτιλιάρισμα στα φαναρια...?
Δεν θυμόταν ...μόνο την εικόνα απ΄το μήνυμα στην οθόνη του υπολογιτή έβλεπε ...και χαμογελούσε
Τρύπωσε στο γραφείο .Δεν ήθελε τώρα κουβέντες και καλημέρες.
Παρήγειλε καφέ και πάτησε πάλι το κουμπί.
Είχε τώρα όλο το χρόνο και την ησυχία να το ξαναδεί.

Το Πακέτο

Ενα πολύχρωμο πακέτο ήταν .
Μ'ένα όμορφο χαρτί πολυτελείας .
Κι ένα πολύπλοκο φιόγκο.
Κι αυτός από κορδέλα πολυτελειας
Και
Κόπηκαν οι βελούδινες κορδέλες
Σκίστηκαν τα γιαλιστερά χάρτια
Κι άνοιξε το πακέτο
Μα ήταν άδειο .....

Αρωμα βανίλιας

Βγήκε απ΄το υπόγειο σταθμό στην μεγάλη λεωφόρο.
Εστριψε αριστερά και προχώρησε στην ανηφόρα.
Ειδε το μικρό εκκλησάκι στην κορυφή του λόφου και την σημαία να κυματίζει .
Ναι... εδω κάπου είναι .Σωστα κατέβηκε.... εδώ σε κάποιο στενό πρέπει να κάνει δεξιά.
Είναι εκεί δίπλα σε μια πρεσβεία ....της Σουηδίας......της Ελβετίας ...δεν θυμαται καλά.
Συνέχισε ν’ανεβαίνει την ανηφόρα ,πέρασε το πρώτο,το δεύτετο ,το τρίτο στενό

και άρχισε ν’άνησυχεί.
Μα που στο καλό είναι ? Τόσο λάθος να θυμαται?
Το τελευταίο στενό ήταν κι η τελευταία του ελπίδα.
Πανικός τον κυρίεψε.
Κι αν δεν ήταν ούτε εδώ?
Κοίταξε βιαστικά το ρολόι του .Είχε ακόμα ενα τέτατρο στη διάθεσή του .
Ευτυχώς ειχε χρόνο ακόμα να ψάξει στους διπλανούς δρόμους.
Είδε την κόκκινη σημαία με τον λευκό σταυρό .
Επιτέλους ! εδώ ειναι ...σκέφτηκε
Προχώρησε προσεκτικά πάνω στις ανασηκωμένες πλάκες του πεζοδρομίου και διάβασε την μικρή χρυσαφένια πινακίδα « Embassy of Switzerland»
Της Ελβετίας ήταν λοιπόν σκέφτηκε ....και θυμήθηκε τον Αρθουρ.
....τον Αρθουρ? ...πώς του ήρθε πάλι αυτός στο μυαλό?
Μα πως να μην του έρθει ... ήταν ο μονος Ελβετός που γνώριζε......
παιδί κι αυτό ...άλλος περίεργος....

Ηταν ένα γλυκό ανοιξιάτικο απόγευμα.
Οι ακακίες είχαν ανθίσει στο απέναντι πεζοδρόμιο κι έστεκαν στολισμένες στη σειρα.
Τα πρώτα φώτα είχαν αναψει εδώ κι εκεί στα δωμάτια των σπιτιών και πίσω απ’την μισοτραβηγμένη κουρτίνα είδε το δωμάτιο φωτισμένο με εκείνο το ζεστό απαλό φώς..
Φαινόταν άδειο .
Ξανακοίταξε το ρολόι του .Είχε ακόμα επτά λεπτά.
Ισα-ισα για ένα τσιγάρο.
Το άναψε , ρούφηξε με μανία κι έβγαλε προς τα πάνω με δυναμη τον καπνό .
Το χρειαζόταν τώρα αυτό
Ρούφηξε ξανα και ξανα κι έριξε μια κλεφτή ματιά στο δωμάτιο.
Καμία κίνηση ...καμία αλλαγή.
...είχε περάσει τόσος καιρός ... Πόσος αλήθεια?
Χμ..πρέπει να ήταν τέλη της προηγούμενςη άνοιξης ..σκέφτηκε
Εχουν περάσει λοιπόν 10-11 μηνες
Μόνο 10 μήνες ? ...του φάνηκε αιώνας
Θυμήθηκε την τελευταία φορά που είχε έρθει ξανα εδώ .
Τελικα του είχαν κάνει καλό αυτές οι επισκέψεις
..ομως δεν ήξερε...δεν ήξερε τι τον περιμενει ακόμα ...
Σαν ταινία σε fast motion πέρασαν χιλιάδες εικόνες μπροστά του
Σκληρές εικόνες, εικόνες δύσκολες ,εικόνες που πονανε ....

Εβγαλε απότομα το τσιγάρο απ’το στόμα,το πέταξε κάτω και το πάτησε με δύναμη .
Ανέβηκε γρήγορα τα λιγοστα σκαλιά και πάτησε το κουδούνι.
Ακουσε τον γνωριμο ηχο ,έσπρωξε την πόρτα και προχώρησε στο βάθος της εισόδου .
Η πόρτα του δωματίου ήταν μισάνοιχτη .
Κοντοστάθηκε για λίγο και την έσπρωξε δειλά.
Ολα εκεί ήταν τόσο γνώριμα! .
Αυτή η ήρεμη ατμόσφαιρα,.το απαλό φως απ’το φωτιστικό στο δάπεδο ,
στο τοίχο ο πίνακας του Van Gogh με τα κυπαρίσσια κι εκείνο το τόσο γνωστό απαλό άρωμα βανίλιας ανακατεμένο με το ζεστό άρωμα του καπνού.

Kαι το είδε εκει ...απέναντί του ...
Εστεκε όπως πάντα ...ντυμένο με το απαλό, ακριβό του δέρμα ….τα χρυσά καρφιά του…..
τα δρύινα πόδια του ,μ’ εκείνο το ελαφρύ ,λιτό σκάλισμα στο πίσω δεξί του πόδι.
Πέρασαν λίγα δευτερόλεπτα κι έστεκε ακόμα εκεί αμήχανα ,χωρίς να ξέρει πως ν’άρχίσει.....
Ενα ελαφρύ τρίξιμο τάραξε την απόλυτη σιωπή του δωματίου
Ηταν εκείνη η γνώριμη σούστα..........

Λοιπόν τί σ’έφερε πάλι εδώ ?.... είπε το ντιβάνι