ΣΕ ΜΙΑ ΚΑΠΟΙΑΝ ΗΛΙΚΙΑ
Θελήσαμε να εξομολογηθούμε τις αμαρτίες μας,
αλλά έμειναν αζήτητες.
Λευκά σύννεφα αρνήθηκαν να τις δεχτούν,
και ο άνεμος ήταν πολυάσχολος·
έτρεχε από τη μια θάλασσα στην άλλη.
Δεν καταφέραμε να ενδιαφερθούν τα ζώα·
Οι σκύλοι, απαγοητευμένοι, περίμεναν μια προσταγή·
Ένας γάτος, πάντοτε υπεράνω ηθικής, αποκοιμιόταν.
Ένα πρόσωπο, τάχα πολύ κοντινό μας,
Δεν νοιάστηκε ν' ακούσει για πράγματα προ πολλού παρωχημένα.
Κουβέντες με φίλους, πίνοντας βότκα ή καφέ,
Δεν θα 'πρεπε να παρατείνονται πέρα από το πρώτο σημάδι ανίας.
Θα ήταν ταπεινωτικό να πληρώσεις με την ώρα
Κάποιον με δίπλωμα, μόνο για να σε ακούσει.
Εκκλησίες. Ίσως εκκλησίες.
Μα, εκεί, να εξομολογηθείς τι;
Πως κάποτε βλέπαμε τον εαυτό μας ωραίον κι υπερήφανον,
Κι ωστόσο αργότερα στη θέση μας ένας άσκημος βάτραχος
Μισανοίγει τα βαριά του βλέφαρα
Και βλέπεις καθαρά
«Εγώ είμαι αυτός».
Czeslaw Milosz
μτφρ. Γ. Π. Σαββίδης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου